Το περιεδρικό συρίγγιο είναι μια ανώμαλη σύνδεση μεταξύ της επένδυσης στο εσωτερικό του πρωκτικού πόρου και του δέρματος κοντά στον πρωκτό. Πιο συγκεκριμένα, αποτελείται από ένα εσωτερικό άνοιγμα στον πρωκτικό σωλήνα και ένα εξωτερικό άνοιγμα στο δέρμα κοντά στον πρωκτό. Τα περισσότερα περιεδρικά συρίγγια προκαλούνται από ένα απόστημα που έχει αναπτυχθεί στον πρωκτικό σωλήνα το οποίο περιέχει πύον. Όταν το απόστημα αυτό παροχετευτεί αλλά δεν έχει επουλωθεί πλήρως, συμβάλλει στη δημιουργία περιεδρικού συριγγίου. Εμφανίζεται ως μια μικρή οπή, από την οποία εκκρίνεται πυώδες υγρό.
Η συγκεκριμένη πάθηση ενδέχεται να προκαλέσει δυσάρεστα για τον ασθενή συμπτώματα, καθώς και σημαντικό ποσοστό πόνου. Εκτός από τον πόνο, τα συνήθη συμπτώματα που υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός περιεδρικού συριγγίου είναι η εκροή πυώδους υγρού, ο κνησμός στην πρωκτική περιοχή, η μικρής έκτασης διαφυγή κοπράνων, το αίσθημα ενόχλησης γύρω από την περιοχή, η ύπαρξη φλεγμονής και οιδήματος, η αιμορραγία από το ορθό, η εκδήλωση πυρετού, αλλά και η υποτροπή περιεδρικών αποστημάτων.
Η αντιμετώπιση της πάθησης είναι κατά βάση χειρουργική, καθώς οι συντηρητικές μέθοδοι αντιμετώπισης αδυνατούν να προσφέρουν οριστική λύση στο πρόβλημα. Η χειρουργική αντιμετώπιση περιεδρικού συριγγίου πραγματοποιείται με διάφορες τεχνικές, η προτιμώμενη εκ των οποίων επιλέγεται ανάλογα με τη θέση και την πολυπλοκότητα του συριγγίου, αλλά και και τη δύναμη των μυών του σφιγκτήρα του ασθενούς.
Η πιο διαδεδομένη επέμβαση για τη θεραπεία της συγκεκριμένης πάθησης είναι η συριγγοτομή. Η συριγγοτομή περιλαμβάνει τη διάνοιξη του συριγγίου, ώστε να πραγματοποιηθεί ένα άνοιγμα σε αυτό και να ξεκινήσει η διαδικασία της επούλωσής του από το εσωτερικό προς τα έξω. Το εσωτερικό του συριγγίου καθαρίζεται από το περιεχόμενό του. Αν ο συριγγώδης πόρος εκτείνεται σε μεγαλύτερο τμήμα του σφιγκτήρα και διανοιχθεί, αυξάνει ο κίνδυνος ακούσιας αποβολής αερίων ή κοπράνων, δηλαδή ακράτειας.
Παράλληλα, στις πιο ευρέως χρησιμοποιούμενες μεθόδους για τη χειρουργική αντιμετώπιση περιεδρικού συριγγίου περιλαμβάνεται η συριγγεκτομή, η οποία μπορεί να διενεργηθεί μόνο σε περίπτωση που το συρίγγιο εντοπίζεται χαμηλά στον πρωκτικό σωλήνα, καθώς μια πιο υψηλή θέση αυτού ενέχει κίνδυνο τραυματισμού του πρωκτικού σφιγκτήρα. Το συρίγγιο αφαιρείται χειρουργικά, ενώ το τραύμα αφήνεται ανοιχτό ώστε να επουλωθεί από μόνο του. Αντίστοιχα, η τεχνική seton χρησιμοποιείται ευρέως για τη χειρουργική αντιμετώπιση περιεδρικού συριγγίου, η οποία συνιστάται στην τοποθέτηση ενός ράμματος, το οποίο εφαρμόζεται στον συριγγιώδη πόρο επιτρέποντας την επούλωσή του. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται ουλώδης ιστός γύρω από ένα τμήμα του μυός του σφιγκτήρα, περιορίζοντας τον κίνδυνο ακράτειας.